Η Ελληνική Αρχή Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (Ε.Α.Γ.Μ.Ε.), στα πλαίσια της θεσμοθετημένης παρακολούθησης από αυτήν των γεωθερμικών πεδίων της χώρας - μέσω εγκατάστασης καταγραφικών σταθμών - και αντιλαμβανόμενη τις ανησυχίες της τοπικής κοινωνίας, προχώρησε στην εγκατάσταση ενός (1) νέου τηλεμετρικού σταθμών στο γεωθερμικό πεδίο χαμηλής θερμοκρασίας (τοπικού ενδιαφέροντος) Αγκίστρου Σερρών στις 14 Ιουλίου 2022, στα πλαίσια του Υποέργου «Δράσεις για την Ορθολογική και Αειφόρο Αξιοποίηση της Γεωθερμίας - GEOTHERM» (Ενέργεια 2: «Διαχρονική Παρακολούθηση Ιαματικών Φυσικών Πόρων & Γεωθερμικών Πεδίων της Χώρας»).
Η εγκατάσταση του νέου γεωθερμικού τηλεμετρικού σταθμού πραγματοποιήθηκε από κλιμάκιο του Τμήματος Γεωθερμίας και Ιαματικών Φυσικών Πόρων (ΓΕΩΘΕ) της Ε.Α.Γ.Μ.Ε. αποτελούμενο από τους: (α) Δρ Απόστολο Αρβανίτη, Γεωλόγο-Γεωθερμικό, Προϊστάμενο ΓΕΩΘΕ, (β) Μάρκο Ξενάκη, Γεωλόγο, (γ) Πολυάνθη Τρίμη, ΜSc Μηχανικό Μεταλλείων-Μεταλλουργών και (δ) Χρήστο Μυλωνά, ηλεκτρονικό.
Ο νέος σταθμός παρακολούθησης, συνεχούς καταγραφής και τηλεμετάδοσης, σε πραγματικό χρόνο, των παραμέτρων θερμοκρασίας και πίεσης (στάθμης) του ταμιευτήρα εγκαταστάθηκε στην παλαιά ερευνητική γεώτρηση μικρής διαμέτρου του Ι.Γ.Μ.Ε. ΓΑ-4 (AGK-GA4), βάθους 170m, η οποία βρίσκεται σε απόσταση περίπου 93m ΝΑ της κύριας πηγής των Λουτρών, με την τοποθέτηση αισθητήρων θερμοκρασίας και πίεσης (στάθμης νερού) σε βάθη 135m και 31,30m αντίστοιχα, προκειμένου να καταγράφονται διακυμάνσεις αυτών των παραμέτρων. Πριν την τοποθέτηση του σταθμού πραγματοποιήθηκε θερμομέτρηση βάθους και σταθμημέτρηση στο εσωτερικό της γεώτρησης (στάθμη νερού στα 0,79m). Η επιλογή του βάθους τοποθέτησης του αισθητήρα της θερμοκρασίας (135m) δεν ήταν τυχαία αλλά έγινε αξιολογώντας τα θερμοκρασιακά προφίλ της γεώτρησης σε διάφορες χρονικές στιγμές (5/3/1997, 11/7/2019 και 14/7/2022). Η παροχή ενέργειας του τηλεμετρικού σταθμού εξασφαλίζεται με την χρήση ηλιακού (φωτοβολταϊκού) πάνελ, από το οποίο μέσω του ρυθμιστή φόρτισης φορτίζεται η μπαταρία του σταθμού.
Η τοποθέτηση του γεωθερμικού τηλεμετρικού σταθμού AGK-GA4, ΝΑ της πηγής των Λουτρών Αγκίστρου, αποτελεί μια πρώτη ενέργεια της Ε.Α.Γ.Μ.Ε. για τη συνεχή παρακολούθηση του γεωθερμικού συστήματος της περιοχής και την εξαγωγή χρήσιμων επιστημονικών συμπερασμάτων, με απώτερο στόχο τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του θερμού ιαματικού φυσικού πόρου, πάνω στον οποίο έχει στηριχθεί η οικονομική ανάπτυξη του μέχρι πριν λίγες δεκαετίες παραγκωνισμένου και παρακμάζαντος Αγκίστρου.
Το Άγκιστρο Σερρών είναι ένα χωριό του Δήμου Σιντικής, περίπου 370 κατοίκων, δίπλα στα Ελληνοβουλγαρικά σύνορα, όπου αναβλύζουν θερμά νερά της τάξης των 40oC. Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1990, ελάχιστοι γνώριζαν την ύπαρξη των Λουτρών Αγκίστρου (Βυζαντινό Λουτρό), το οποίο ήταν σε παρακμή και κακή κατάσταση. Μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1990, το σύμπλεγμα του Βυζαντινού Λουτρού ανακαινίσθηκε, ένα νέο σύγχρονο ξενοδοχείο κατασκευάσθηκε δίπλα στο ανακαινισμένο Βυζαντινό Λουτρό, με 7 εσωτερικές πισίνες σε αυτόνομα κτήρια και ο εξωτερικός περιβάλλων χώρος διαμορφώθηκε κατάλληλα και διακοσμήθηκε. Αποτέλεσμα αυτών των δράσεων ήταν το χωριό Άγκιστρο, από ένα άγνωστο και απομονωμένο χωριό, να καταστεί πόλος έλξης με περίπου 100.000 επισκέπτες ετησίως (κυρίως νέους), να ανοίξουν πάνω από 30 νέες επιχειρήσεις (καταλύματα, εστιατόρια, ταβέρνες, χώροι διασκέδασης, καταστήματα), να γνωρίσει τεράστια οικονομική ανάπτυξη από την αύξηση των εσόδων και να εξαλειφθεί τελείως το φαινόμενο της τοπικής ανεργίας. Η όλη πορεία οικονομικής άνθησης κατέστησε το Άγκιστρο Σερρών ως πρότυπο ανάπτυξης με βάση την αξιοποίηση των θερμών νερών για ιαματική χρήση και αναψυχή.
Κατά τη χρονική περίοδο 1996-1997 και στα πλαίσια συστηματικής γεωθερμικής έρευνας στην περιοχή του Αγκίστρου, κατασκευάσθηκαν από το τότε Ι.Γ.Μ.Ε. έξι (6) νέες ερευνητικές γεωτρήσεις, πέντε (5) μικρής διαμέτρου (ΓΑ-1, ΓΑ-2, ΓΑ-3, ΓΑ-4, ΓΑ-5) και μία (1) μεγάλης διαμέτρου (ΓΑ-4Π), βάθους 120-312m, οι οποίες εντόπισαν νερά έως 48oC. Δοκιμαστικές αντλήσεις πραγματοποιήθηκαν στη γεώτρηση ΓΑ-4Π. Από την τότε γεωθερμική έρευνα στην περιοχή διαπιστώθηκαν τα ακόλουθα:
(α) Τα θερμά νερά κυκλοφορούν μέσω ρηγμάτων και ανέρχονται από μεγάλα προς μικρά βάθη και μέχρι την επιφάνεια, όπου και αναβλύζουν με τη μορφή πηγών.
(β) Κατά θέσεις υπάρχει πλευρική τροφοδοσία θερμού νερού.
(γ) Η θερμοκρασία του νερού μπορεί να φτάνει κοντά στους 60oC σε συγκεκριμένες θέσεις.
(δ) Δεν εντοπίσθηκε κάποιος συγκεκριμένος γεωθερμικός ταμιευτήρας με αποτέλεσμα η παρουσία των θερμών νερών να αποδίδεται στην άνοδό τους μέσω ρηγμάτων και στη συνέχεια στην οριζόντια κυκλοφορία τους σε περατούς σχηματισμούς.
(ε) Απουσιάζει στεγανό κάλυμμα με αποτέλεσμα να ευνοούνται φαινόμενα ανάμιξης θερμών και ψυχρών νερών με διακύμανση της θερμοκρασίας τους.
(στ) Το γεωθερμικό σύστημα στην περιοχή είναι «ανοιχτό», με αποτέλεσμα η θερμοκρασία και η παροχή των πηγών να μεταβάλλονται ανάλογα με τις βροχοπτώσεις (αύξηση των βροχοπτώσεων σε μια χρονική περίοδο μπορεί να οδηγήσει σε μείωση της θερμοκρασίας στις πηγές και αύξηση της παροχής τους).
(ζ) Αξιόλογη υδροφορία εντοπίσθηκε στη γεώτρηση ΓΑ-4 με την παρουσία δύο υδροφόρων, ενός ρηχού (μέχρι το βάθος 45-50m) και ενός βαθύτερου (125-140m), με ενδιάμεση παρεμβολή ενός ημιπερατού στρώματος.
(η) Κατά τη δοκιμαστική άντληση στη γεώτρηση μεγάλης διαμέτρου ΓΑ-4Π, λόγω κάθετης ροής μέσω του ημιπερατού στρώματος από το ψυχρό (φρεάτιο) προς το θερμότερο υδροφόρο, παρατηρήθηκε μείωση της θερμοκρασίας στην αντλούμενη γεώτρηση ΓΑ-4Π (από 41,3 σε 37,4oC) και αύξηση της θερμοκρασίας των πηγών (από 42,7 σε 43,6oC).
(θ) Το υδροθερμικό σύστημα της περιοχής των Λουτρών χαρακτηρίζεται από διαρροές.
Από όλα τα προαναφερθέντα, είναι φανερό ότι το γεωθερμικό σύστημα της περιοχής Λουτρών Αγκίστρου, λόγω της παρουσίας ημιπερατού σχηματισμού και της απουσίας αδιαπέρατου καλύμματος, που να απομονώνει επαρκώς το θερμό υδροφορέα, είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο στις εξωτερικές συνθήκες (βροχοπτώσεις, χιονοπτώσεις) και συνεπώς υπάρχει μια λεπτή ισορροπία μεταξύ ψυχρής και θερμής συνιστώσας της συνολικής παροχής των πηγών. Η διατάραξη αυτής της ισορροπίας οδήγησε σε παρατηρούμενες, κατά χρονικά διαστήματα, μεταβολές της θερμοκρασίας των πηγών, που κυμαίνονταν μεταξύ 42,5 και 37 oC. Η παρατηρηθείσα μείωση της θερμοκρασίας των νερών της κύριας πηγής έχει προκαλέσει τις έντονες και εύλογες ανησυχίες της τοπικής κοινωνίας για το μέλλον.