Από το Μάρτιο του 2021 εξελίσσεται μια σεισμική διέγερση της περιοχής μεταξύ Νισύρου και Τήλου, η οποία εκδηλώνεται με πλήθος σεισμικών γεγονότων, τα επίκεντρα των οποίων διατάσσονται σε ΒΑ-ΝΔ διεύθυνση και ελέγχονται πιθανώς από μία αντίστοιχη ενεργή ρηξιγενή ζώνη.
Εικόνα 1: Τα επίκεντρα των σεισμικών γεγονότων που εκδηλώθηκαν στο χώρο ΝΔ της Νισύρου από 14/9/21 έως 14/10/21 (Πηγή: Σεισμολογικό Δίκτυο ΑΠΘ, http://geophysics.geo.auth.gr/ss/ )
Αντίστοιχη διέγερση στην ίδια περιοχή έχει καταγραφεί και σε παλαιότερες περιόδους, προκαλώντας ιδιαίτερη ανησυχία στους κατοίκους της Νισύρου, τόσο λόγω των σχετικά ισχυρών σεισμικών γεγονότων (πλήθος σεισμών μεγέθους μεταξύ 4 και 4,5 Ρίχτερ και ένα γεγονός μεγέθους 5,7 Ρίχτερ), όσο και λόγω της μεγάλης χρονικής διάρκειας της, που υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες. Έχει επίσης εκφραστεί ανησυχία για τη σχέση της σεισμικής δραστηριότητας με το ηφαίστειο της Νισύρου και το εάν αυτή έχει επηρεάσει την κατάστασή του.
Εικόνα 2: Διάγραμμα μεταβολής των θερμοκρασιών των ατμίδων (κόκκινη γραμμή) και των ιζημάτων του πυθμένα του υδροθερμικού κρατήρα Στέφανου, από 12/09/2021 έως 13/09/2021. (Πηγή: Δίκτυο Γεωθερμικών Σταθμών Παρακολούθησης της ΕΑΓΜΕ)
Η Ελληνική Αρχή Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (Ε.Α.Γ.Μ.Ε.), στην Έκθεση Αυτοψίας (Τ-3099) που συνέταξε τον Μάρτιο του 2021 (Δρ. Γ. Βουγιουκαλάκης, Ηφαιστειολόγος & Κ. Κοντοδήμος, Υδρογεωλόγος), με θέμα τα φαινόμενα ρωγματώσεων και βυθίσεων που εκδηλώθηκαν εκείνη την περίοδο στην περιοχή Λακκί του πυθμένα της καλδέρας της Νισύρου, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι: «Από τις ενδείξεις, παρατηρήσεις, καταγραφές και μετρήσεις τόσο στη στενή περιοχή εκδήλωσης της ρωγμής, όσο και ευρύτερα του όλου χώρου, όλο το χρονικό διάστημα από το 2000 έως και σήμερα, δεν προκύπτει καμία ένδειξη επαναδραστηριοποίησης του ηφαιστείου της Νισύρου».
Την ίδια περίοδο, η Ε.Α.Γ.Μ.Ε. τοποθέτησε ένα δίκτυο τριών (3) σταθμών παρακολούθησης σε πραγματικό χρόνο, της θερμοκρασίας στις ατμίδες και τον πυθμένα του υδροθερμικού κρατήρα Στέφανου (σε 3 σημεία), της θερμοκρασίας των θερμών πηγών στο Αυλάκι και της θερμοκρασίας και της στάθμης της γεώτρησης στα Λουτρά Μανδρακίου. Οι καταγραφές αυτών των σταθμών παρακολούθησης (Εικόνα 2 & 3) κινούνται στα επίπεδα των τιμών κατάστασης ηρεμίας του χώρου. Έχουν επίσης πραγματοποιηθεί τον Ιούλιο του 2021 επί τόπου περιοδικές μετρήσεις φυσικοχημικών παραμέτρων των θερμών ρευστών και αερίων εδάφους, οι οποίες δεν εμφανίζουν καμιά μεταβολή από την κατάσταση ηρεμίας του ηφαιστείου.
Εικόνα 3: Διάγραμμα μεταβολής των θερμοκρασιών της θερμής πηγής στο Αυλάκι (κόκκινη γραμμή) και της θερμοκρασίας (πράσινη γραμμή) και υδροστατικής πίεσης (γαλάζια γραμμή) στη γεώτρηση των Λουτρών Μανδρακίου, από 12/09/2021 έως 13/10/2021 (Πηγή: Δίκτυο Γεωθερμικών Σταθμών Παρακολούθησης της Ε.Α.Γ.Μ.Ε).
Επίσης, στις 9 και 10 Οκτωβρίου 2021 πραγματοποιήθηκαν από τον Δρ Giovanni Chiodini του Ιταλικού Εθνικού Ινστιτούτου Γεωφυσικής και Ηφαιστειολογίας και τον Giulio Bini υποψήφιο Διδάκτορα στο Πολυτεχνείο της Ζυρίχης, μετρήσεις της έκλυσης διοξειδίου του άνθρακα (CO2) από την περιοχή του υδροθερμικού κρατήρα Στέφανου της Νισύρου.
Όπως αναφέρεται στην Πρόδρομη Έκθεση των αποτελεσμάτων που συνέταξαν οι δύο επιστήμονες, η έκλυση διοξειδίου του άνθρακα (CO2) από τον υδροθερμικό κρατήρα Στέφανο είναι σημαντικά χαμηλότερη σε σχέση με προηγούμενες μετρήσεις του 1999-2001 και του 2018.
Εικόνα 4. Απεικόνιση της έκλυσης διοξειδίου του άνθρακα (CO2) από την περιοχή του υδροθερμικού κρατήρα Στέφανου α) τον Οκτώβριο του 2021, β) τον Οκτώβριο του 2018, γ) την περίοδο 1999-2001 (Πηγή: G. Bini & G. Chiodini, Preliminary Report 10/2021).
Τα αποτελέσματα όλων των παραπάνω αναλύσεων και μετρήσεων, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η σεισμική διέγερση που εκδηλώνεται νοτιοδυτικά της Νισύρου τους τελευταίους έξι (6) μήνες δεν έχει επηρεάσει το ηφαίστειο, το οποίο εξακολουθεί να βρίσκεται σε κατάσταση ηρεμίας.
Πέραν και ανεξάρτητα από την κατάσταση του ηφαιστείου της Νισύρου, η Ε.Α.Γ.Μ.Ε. υλοποιεί Πρόγραμμα Εκτίμησης Ηφαιστειακής Επικινδυνότητας σε όλα τα ενεργά ηφαίστεια της χώρας (Μέθανα, Μήλο, Σαντορίνη, Νίσυρο). Συγκεκριμένα για τα ηφαίστεια της Νισύρου και της Μήλου, έχει τεθεί ως προτεραιότητα η εκτίμηση της επικινδυνότητας από την εκδήλωση υδροθερμικών εκρήξεων, η οποία πραγματοποιείται με τη συνεργασία των Ιταλικών Πανεπιστημίων Φλωρεντίας, Μπάρι και Μπολόνιας, καθώς και του Ιταλικού Εθνικού Ινστιτούτου Γεωφυσικής και Ηφαιστειολογίας, όπου οι προαναφερθέντες επιστήμονες G. Chiodini και G. Bini συμμετέχουν στην επιστημονική ομάδα του έργου.